Ένα Παρασκευοσαββατοκύριακο στην Θεσσαλονίκη ποτέ δεν είναι
αρκετό. Πάντα αφήνουμε εκκρεμότητες με αυτή την πόλη και πάντα λέμε «την
επόμενη φορά να πάμε στο τάδε και το τάδε και το δείνα…». Ποιος ξέρει, ίσως
υποσυνείδητα να το κάνουμε και επίτηδες ώστε να έχουμε λόγους και αφορμές να επιστρέφουμε
σε αυτήν όσο πιο συχνά μπορούμε.
Το πρόγραμμα του τριημέρου βγαίνει από τη Νονά, η οποία άμα
τη αφίξει μας, έχει ήδη έτοιμο ένα πλάνο
(φαγητού/ποτού/αποσταγμάτων/καφέ) που ακολουθούμε ή αλλάζουμε ανάλογα με τις δυνάμεις
και τις αντοχές μας.
Η Αγορά του Έργον δεν ήταν στα αρχικά πλάνα, αλλά έπεσε στο
τραπέζι των διαπραγματεύσεων στον πρωινό καφέ του Σαββάτου και μετά την βραδινή
κραιπάλη της Παρασκευής στον Πεζόδρομο (ειδική μνεία σε ένα από τα νοστιμότερα
πιάτα που έχω δοκιμάσει τα τελευταία χρόνια σε άλλο post λίαν συντόμως).
Είχα ήδη πάρει τις πρώτες πληροφορίες μου όμως αυτό που
αντίκρισα μπαίνοντας δεν περνούσε από το μυαλό μου. Ήταν μακράν ό,τι καλύτερο
έχω δει επιχειρηματικά και οπτικά και παραπλήσιό
του έχω δει μόνο στην Ισπανία.
Ένας τεράστιος χώρος ο οποίο μέσα του φιλοξενεί ένα μανάβικο,
μια φρουταγορά, ένα ψαράδικο, ένα κρεοπωλείο, έναν φούρνο και ένα παντοπωλείο. Μια μικρή
αλλά τόσο μεγάλη αγορά, πώς αλλιώς να το ονόμαζαν δεν μπορώ να σκεφτώ. Και μέσα
σε όλα αυτά μοσχομυρίζει φαγητό! Γιατί; Γιατί έχει και εστιατόριο. Αλίμονο, γνωρίσαμε τα δύο αδέρφια Δούζη,
Θωμά και Γιώργο μέσα από τα εστιατόριά του Έργον, θα άφηναν το μαγείρεμα απέξω;
Καθίσαμε και μόλις παραγγείλαμε (σχεδόν όλο τον κατάλογο),
σηκώθηκα να κάνω την γύρα μου και να ψάξω βιτρίνες και ράφια: αλίπαστα,
αλλαντικά και τυριά πρώτης ποιότητας, ζυμαρικά απλά αλλά και πιο ψαγμένα,
σάλτσες, αλλείματα, τρούφες για gourmet καταστάσεις, παξιμάδια για όλα τα
γούστα. Τι άλλο; Α ναι! Μουστάρδες! Την γνωστή θεσσαλονικιώτικη (ή
αλλιώς μουστάρδα της Θεοπούλας) απλή και με μέλι που μου τις έκανε δώρο σε
πακετάκι φίλος συνδαιτυμόνας. Ξέχασα τίποτα; Πολλά. Πολλά αλάτια, μπαχαρικά,
πιπέρια και μυρωδικά. Και φυσικά τους χαλβάδες. Τους λεγόμενους «του εμπορίου».
Μόνο που χαλβά με στρώσεις ΚΑΙ επικάλυψη
μαύρης σοκολάτας δεν είχα δει πουθενά. Και φυσικά τσίμπησα ένα μικρό –σαν τούβλο-
κομμάτι. «Ποτέ δεν είναι αρκετός αυτός ο χαλβάς», μου είπε το παιδί που μου τον
έκοψε.
Κάποια στιγμή κατάφερα να ξεκολλήσω. Είδα και τον δίσκο με
τα φαγητά μας να πλησιάζει και στρώθηκα. Όλα τα πιάτα στη μέση, ο απόλυτος
κομμουνισμός στο τραπέζι μας: Η σπαλομπριζόλα μαλακή και ζουμερή, οι τηγανητές
πατάτες με σάλτσα φέτας θα μπορούσε να είναι και λόγος τσακωμού αλλά ευτυχώς
παραγγείλαμε δύο μερίδες και έφτασαν για όλους ενώ και το κοντοσούβλι με το
τραγανό του γύρω-γύρω, σου έβγαζε αυτό το «μμμμμ…» χωρίς να το καταλάβεις.
Καθαρίσαμε τα πάντα σε χρόνο ρεκόρ (μακάρι να κάναμε
τέτοιους χρόνους και στο τρέξιμο), κάναμε τα ψώνια μας και φύγαμε. Να ξέρετε: η
αλλαγή των πλάνων συνήθως είναι για καλό…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου