16.2.15

Στη Φωλιά του κοκο(ρετσίου)


 Αυτό είναι το μισό από το κοκορέτσι
που δεν καταφέραμε να φάμε...


Η Κυριακή με ένα βρέφος 2 μηνών και ένα νήπιο 2 (και κάτι ψιλά) ετών χρειάζεται φαντασία, ποικιλία και κανά δυο καφέδες για δύναμη.


Η μέρα ξεκίνησε με εκκλησία. Καλέ που πήγε το μυαλό σας;! Απλώς αποφασίσαμε επιτέλους να κλείσουμε ημερομηνία για την βάφτιση της Μικρής. Κι εκεί που έλεγα "είμαστε λίγο υπερβολικοί να κλείσουμε ημερομηνία από τώρα για τον Ιούνιο", είδα το καλεντάρι του παπά. Μα πόσο καιρό πριν κλείνουν εκκλησία για γαμοβαφτίσια πια;;;
Ευτυχώς τελικά, μας βόλεψε κι εμάς.

Κατόπιν το βασικό ερώτημα ήταν: βόρεια ή νότια προάστια; Αποφασίσαμε να μείνουμε στα βόρεια μιας και μόλις η θερμοκρασία θα περάσει τους 15°C η παραλία θα είναι ο μοναδικός μας προορισμός.
Η αρχή έγινε με κούνιες, τσουλήθρες, μονόζυγα, δοκούς ισορροπίας (ναι μιλάμε πάντα για παιδική χαρά, δεν πήγαμε τα παιδιά στις Ολυμπιακές Εγκαταστάσεις). 
Μετα τι;

Ο Πατέρας είχε την τέλεια ιδέα: "Δεν πάμε στο αεροδρόμιο να δει τα αεροπλάνα;" καθώς αποτελούν την τελευταία εμμονή του Μικρού, μαζί με τα τρένα. Βουρ λοιπόν για το Ελ. Βενιζέλος. 
Μπαίνοντας στο αεροδρόμιο και μετά από μια σύντομη οικογειακή σύσκεψη απορρίψαμε την ιδέα να στείλουμε τα παιδιά με ταξί στους παππούδες και να μπούμε στο πρώτο αεροπλάνο. Αντ´ αυτού ανεβήκαμε στον εξώστη των αφίξεων και αφήσαμε τον Μικρό να μετράει τα μεγάλα σιδερένια πουλιά που πηγαινοέρχονταν.

Η ώρα του φαγητού πλησίαζε αλλά οι αλυσίδες από γνωστά φαστφουντάδικα και  -ο Θεός να τα κάνει- ιταλικά εστιατόρια που φιλοξενούνται στο αεροδρόμιο δεν μας φάνηκαν ιδιαίτερα ελκυστικά. 
Ετσι, όταν ο Πατέρας είπε: "Τι θα έλεγες να πηγαίναμε στη Φωλιά;" δεν είχα παρά να επικροτήσω την σκέψη. 
Αποχαιρετήσαμε τα αεροπλάνα, τους πιλότους και τις αεροσυνοδούς και φύγαμε για Παιανία. Φτάσαμε στη Φωλιά και μόλις είδα τον χαμό από τα αυτοκίνητα, φαντάστηκα πως μάλλον κάποιο τραπέζι από βάφτιση θα έχουν κλείσει. Λάθος. Το μαγαζί ήταν απλώς γεμάτο!

Μπήκα δειλά δειλά μπας και υπάρχει παρ´ ελπίδα κάτι ελεύθερο για εμάς. Δεν περίμενα ούτε 5" για να έρθει κάποιος να με ρωτήσει πόσα άτομα είμαστε και να μας βρει τραπέζι. Παρ´ όλο τον χαμό, ούτε στριμωγμένοι ήμασταν αλλά και το σέρβις ήταν άψογο, συνεπές και γρήγορο. 
"Τι θα πιείτε και τι μεζέ να φέρω για αρχή μέχρι να έρθει ο δίσκος με τα ορεκτικά;" Μας ρώτησε ο σερβιτόρος. "Το κόκκινό σας και λίγο κοκορέτσι" απάντησε ο έμπειρος Πατέρας. 
Μετά από λίγα λεπτά έσκασε το "λίγο" κοκορέτσι σε μια πιατέλα ΝΑ! (με το συμπάθειο) το οποίο και τίμησε δεόντως ο Μικρός.

Πολύ λίγο αργότερα ήρθε και ο δίσκος από τον οποίο διαλέξαμε μια χωριάτικη, τηγανητά κολοκυθάκια-όνειρο και φυσικά τζατζίκι (τι; Έτσι ξεροσφύρι θα τα τρώγαμε;;;).

Από κρεατικά παραγγείλαμε μια μοσχαρίσια μπριζόλα, ζουμερή και πεντανόστιμη και μία μερίδα μπιφτέκια -που θα μπορούσε να είναι και δύο μερίδες- στα ίδια επίπεδα γεύσης.

Η αλήθεια είναι ότι μας πέρασε από το μυαλό να παραγγείλουμε λουκάνικο, αλλά είπαμε να μην ανεβάσουμε σε τέτοια ύψη την γουρουνιά και να το αφήσουμε για την επόμενη φορά, όταν και θα έχουμε περισσότερα πιρούνια στο τραπέζι...
Στο τέλος ήρθε κερασμένο γιαούρτι με γλυκό κυδώνι και ο λογαριασμός που σε κάνει να λες πως έφαγες καλά χωρίς να το ακριβοπληρώσεις. 

Για την ιστορία, να πω πως η μέρα δεν τελείωσε εκεί αλλά συνεχίστηκε στο Πόρτο Ράφτη για καφέ στην ξαδέρφη Ελένη. Ε, είδαμε αεροπλάνα, βαρκούλες να μην βλέπαμε;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου