17.9.13

Γευσοταξιδιωτικόν γραφείον: Νίκος Καραθάνος


Το καλό γεύμα από το καλωσόρισμα φαίνεται. Ξεκινώντας  από δεξιά, καπνιστή μελιτζανοσαλάτα, πιπεριά γεμιστή με φέτα, ελιά και κοτόπουλο τυλιγμένο σε κανταϊφι. Συνδυασμός μαγικός!

Υπάρχουν μερικά μέρη στην Αθήνα τα οποία είναι σχεδόν αδύνατον να μην σου αρέσουν όσο κακορίζικος, στριφνός και δύσκολος να είσαι. Πιστεύω πως η ταράτσα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών είναι ένα από αυτά. Η θέα του -μία από τις πιο όμορφες της Αττικής- σε μαγεύει από την πρώτη στιγμή, αλλά και ολόκληρος ο χώρος είναι λουσμένος από μία θετική αύρα που σου φτιάχνει την διάθεση με το που θα μπεις.
Εκεί φιλοξενείται η Hytra. Έχεις όμως την αίσθηση πως ο σεφ της, Νίκος Καραθάνος, δούλευε σε αυτό το μέρος από τα… μπετά! Αυτή η εικόνα μου δημιουργήθηκε στο μυαλό δοκιμάζοντας τα πιάτα του που δένουν τόσο υπέροχα με το όλο περιβάλλον. Σαν να ήταν από πάντα εκεί.

 Δεν ήξερα τον Νίκο προσωπικά παρά μόνο τον γνώριζα ως όνομα στον χώρο των σεφ. Είχα την τύχη να γευτώ τις δημιουργίες του και να μας συστήσουν στο Sani Gourmet Festival που έγινε το περασμένο καλοκαίρι.
Μια μέρα πριν πάω στη Hytra, είχε προλάβει να την επισκεφθεί πρώτη η Νανά. Την πήρα τηλέφωνο για να ρωτήσω τι να παραγγείλω από τον κατάλογο. «Άσε τον κατάλογο. Θα πας και θα του πεις να σας φτιάξει ό,τι και σε εμάς χθες, θα τρελαθείτε! Α, και να του δώσεις ένα μεγάλο φιλί!», δεν σήκωνε κουβέντα η Νανά μας. Είχα έναν δισταγμό καθώς δεν κάναμε και φαντάροι μαζί αλλά τελικά το τόλμησα -παραλείποντας το φιλί, μην με περάσει και για τρελή ο άνθρωπος!  
Πάω στην ανοιχτή κουζίνα και ζητάω να του μιλήσω «Γεια, είμαι η Μαρία Ζαφειράτου, είχαμε γνωριστεί στο Sani, με θυμάσαι;» -Όχι (που ήταν και το φυσικολογικό!). «Δεν πειράζει. Είμαι φίλη της Νανάς και θέλω να φάω ό,τι και εκείνη χθες, γίνεται;» -Φυσικά και γίνεται! μου απάντησε λες και βρισκόμουν σπίτι του και όχι σε ένα -γεμάτο από κόσμο- εστιατόριο.
Πολύ περήφανη για την «τόλμη» μου πάω στο τραπέζι μου και με ύφος «άντε-πάλι-εγώ-καθάρισα» απευθύνομαι στον Πατέρα: «Άσε κανόνισα με τον Νίκο τι θα φάμε».
Στο τέλος κάθε γεύματος βαθμολογούμε τα πιάτα και βγάζουμε τον νικητή. Μέρες μετά, δεν έχω καταφέρει ακόμα να αποφασίσω. Ήταν ένα μενού από το οποίο μου έχει μείνει το ίδιο έντονη η γεύση της σαλάτας λαχανικών με ελαφριά μαγιονέζα και χυμό εσπεριδοειδών όσο και το κατσικάκι-μυρίζω-χωριό-και-Πάσχα με την πέτσα γάλακτος που ψηνόταν για περίπου 12 ώρες πριν φαγωθεί σε λιγότερο από 5 λεπτά. Δεν θέλω να αδικήσω τα γεμιστά (αλλά πιο γεμιστά της μαμάς με όλα τους τα μυρωδικά δεν γίνεται!), τη σουπιά με το μελάνι της, το απίστευτο μυλοκόπι με αγιόλι από παντζάρι και πέστο μαϊντανού και φυσικά τον βραβευμένο μουσακά-σήμα κατατεθέν του σεφ. Αλλά και το χαρουπόψωμο με ελαιόλαδο και καρύδι που είχα το θράσος να τσιμπάω ανάμεσα στα -τόσα- πιάτα. Ήταν όλα υπέροχα. Και όλα είχαν τη γεύση του ονόματός τους. Το κατσικάκι ήταν κατσικάκι, τα γεμιστά γεμιστά, ο μουσακάς μουσακάς. Με πινελιές από μοριακή κουζίνα που απλά αναδείκνυαν το πιάτο, χωρίς να το καλύπτουν ώστε να μην καταλαβαίνεις τί έχεις στο πιρούνι σου. 
Τελειώνοντας το δείπνο, είχαμε την χαλαρότητα που σου χαρίζει ένα ευχάριστο ταξίδι. «Σαν μίνι διακοπές ήταν αυτή η βραδιά», είπα στον Πατέρα. Δεν είχα άλλες λέξεις. Ηταν αυτό ακριβώς…  




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου