«Νιώθω τύψεις για όλες τις ώρες που περνάω μακριά τη νεογέννητη κόρη μου», διάβασα πριν από λίγες μέρες. Η δήλωση δεν βγήκε από το στόμα κάποιας -επηρεασμένης από τις ταραγμένες ορμόνες- διάσημης-σελέμπριτι λεχώνας, αλλά από τον Άντι Μάρεϊ.
Ο κορυφαίος Βρετανός τενίστας δεν δίστασε να πει αυτό που έχει ζήσει/σκεφτεί/εξομολογηθεί κάθε μαμά που αναγκάστηκε κάποια στιγμή να αφήσει το σπλάχνο της προκειμένου να επιστρέψει σε κανονικούς ρυθμούς δουλειάς –προπόνησης για τον συγκεκριμένο. Οφείλω να τονίσω πάντως πως κάτι παρόμοιο μου είχε εκμυστηρευτεί και ο Πατέρας (ναι, κυρίες μου, δεν έχουμε την αποκλειστικότητα στις τύψεις, τα ίδια ζόρια περνάνε και οι μπαμπάδες).
Θυμάμαι πως όταν άφησα τον 7 μηνών Μικρό (όχι σε τίποτα ξένα χέρια/μαχαίρια αλλά) στην μαμά μου για να γυρίσω στο περιοδικό, έκλαιγα κάθε μέρα στον δρόμο για το γραφείο. Επανέφερα τον εαυτό μου, λίγο πριν την είσοδό μου στον χώρο εργασίας, αλλά με το πρώτο «Τι κάνει ο μικρούλης σου;» τα δάκρυα ξανάπαιρναν την κατηφόρα. Να μην μιλήσω δε, για τις βλαμμένες (πάντα γυναίκες θα σου κάνουν αυτή την ερώτηση) «Καλέ που το αφήνεις το κακόμοιρο;», όπου ήθελα και να βάλω τα κλάματα και να τις χτυπήσω!
Δύο μήνες μετά, αποφάσισα πως –τουλάχιστον- τα πρώτα χρόνια του (πρωτότοκου) βλασταριού μου δεν θέλω να τα περάσουμε χώρια. Έτσι πάτησα ένα pause στην «εργαζόμενη» κι ένα play στην μαμά.
Οι περισσότερες «βετεράνες» μάνες δεν ενέκριναν την κίνησή μου, καθώς όλες μου είπαν πως η δουλειά είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ψυχική ισορροπία μου. –Μην αφήσεις την δουλειά. Θα φρικάρεις στο σπίτι. Χρειάζεσαι την επαφή με τον «έξω κόσμο», ήταν το γενικό νόημα. «Προτιμώ να μετανιώσω που άφησα την δουλειά, από το να μετανιώσω που άφησα το παιδί», ήταν η απάντησή μου την οποία πίστευα -και πιστεύω ακόμα.
Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να παραδεχτώ ότι υπάρχει μεγάλη αλήθεια στην συμβουλή τους. Οι άνθρωποι (δεν ξεχωρίζω, μαμάδες-μπαμπάδες) που έχουν μάθει στην καθημερινή εργασιακή τριβή, μετά από ένα διάστημα αποχής, αρχίζουν να εμφανίζουν σημάδια στέρησης. Τα ίδια εμφάνισα κι εγώ.
Μετά την έλευση της Μικρής, μετρώντας 3 χρόνια απουσίας από τα δρώμενα, αποφάσισα πως ήρθε η ώρα να δηλώσω ξανά παρούσα και έτοιμη για… πρωτάθλημα. Μη νομίζετε πως συναισθηματικά άλλαξε κάτι (φυσικά και θέλω να είμαι κάθε στιγμή δίπλα στα παιδιά μου), απλά οι συνθήκες ήταν από ευνοϊκές έως (τηρουμένων των αναλογιών) ιδανικές ώστε να μπορέσω να τα συνδυάσω . Από την μία η σημαντική -και απόλυτα ισοδύναμη με την δική μου- συνδρομή του Πατέρα στις καθημερινές ανάγκες των παιδιών και από την άλλη το ωράριο της δουλειάς μου, μου επιτρέπουν και να εργάζομαι και να είμαι από τις 12:30 το μεσημέρι στην διάθεση των μικρών (το ότι καθημερινά ξυπνάω στις 04:47 είναι μια λεπτομέρεια που δεν θα αφήσω να χαλάσει την ιστορία μου).
Θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα τυχερό που δεν χρειάζεται να δουλεύω έως τις 6-7-8 και 9 -όπως κάποιες μαμάδες- το βράδυ. Παρότι μπήκα κι εγώ στο κλαμπ των μαμάδων που υποστηρίζουν πως –μακροπρόθεσμα- η παρουσία μας στον εργασιακό χώρο μας κάνει καλό, αν χρειαζόταν να διαλέξω ανάμεσα σε μία καλοπληρωμένη -μεν αλλά με απαιτήσεις πολύωρης απουσίας μου από το σπίτι δε- καριέρα και το μεγάλωμα των παιδιών, δεν θα υπήρχε δεύτερη σκέψη στην απόφασή μου.
Γι’ αυτό και την επόμενη φορά που θα συναντήσετε μια μαμά η οποία δουλεύει πολύ, μην την ρωτήσετε: «Μα καλά, δεν στεναχωριέσαι που δεν βλέπεις τα παιδιά σου;». Ό,τι και να σας απαντήσει, θα την έχετε φέρει σε δύσκολη θέση. Γιατί στην πραγματικότητα θα έχει προσπαθήσει απίστευτα να μην σας βρίσει.
Ο κορυφαίος Βρετανός τενίστας δεν δίστασε να πει αυτό που έχει ζήσει/σκεφτεί/εξομολογηθεί κάθε μαμά που αναγκάστηκε κάποια στιγμή να αφήσει το σπλάχνο της προκειμένου να επιστρέψει σε κανονικούς ρυθμούς δουλειάς –προπόνησης για τον συγκεκριμένο. Οφείλω να τονίσω πάντως πως κάτι παρόμοιο μου είχε εκμυστηρευτεί και ο Πατέρας (ναι, κυρίες μου, δεν έχουμε την αποκλειστικότητα στις τύψεις, τα ίδια ζόρια περνάνε και οι μπαμπάδες).
Θυμάμαι πως όταν άφησα τον 7 μηνών Μικρό (όχι σε τίποτα ξένα χέρια/μαχαίρια αλλά) στην μαμά μου για να γυρίσω στο περιοδικό, έκλαιγα κάθε μέρα στον δρόμο για το γραφείο. Επανέφερα τον εαυτό μου, λίγο πριν την είσοδό μου στον χώρο εργασίας, αλλά με το πρώτο «Τι κάνει ο μικρούλης σου;» τα δάκρυα ξανάπαιρναν την κατηφόρα. Να μην μιλήσω δε, για τις βλαμμένες (πάντα γυναίκες θα σου κάνουν αυτή την ερώτηση) «Καλέ που το αφήνεις το κακόμοιρο;», όπου ήθελα και να βάλω τα κλάματα και να τις χτυπήσω!
Δύο μήνες μετά, αποφάσισα πως –τουλάχιστον- τα πρώτα χρόνια του (πρωτότοκου) βλασταριού μου δεν θέλω να τα περάσουμε χώρια. Έτσι πάτησα ένα pause στην «εργαζόμενη» κι ένα play στην μαμά.
Οι περισσότερες «βετεράνες» μάνες δεν ενέκριναν την κίνησή μου, καθώς όλες μου είπαν πως η δουλειά είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ψυχική ισορροπία μου. –Μην αφήσεις την δουλειά. Θα φρικάρεις στο σπίτι. Χρειάζεσαι την επαφή με τον «έξω κόσμο», ήταν το γενικό νόημα. «Προτιμώ να μετανιώσω που άφησα την δουλειά, από το να μετανιώσω που άφησα το παιδί», ήταν η απάντησή μου την οποία πίστευα -και πιστεύω ακόμα.
Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να παραδεχτώ ότι υπάρχει μεγάλη αλήθεια στην συμβουλή τους. Οι άνθρωποι (δεν ξεχωρίζω, μαμάδες-μπαμπάδες) που έχουν μάθει στην καθημερινή εργασιακή τριβή, μετά από ένα διάστημα αποχής, αρχίζουν να εμφανίζουν σημάδια στέρησης. Τα ίδια εμφάνισα κι εγώ.
Μετά την έλευση της Μικρής, μετρώντας 3 χρόνια απουσίας από τα δρώμενα, αποφάσισα πως ήρθε η ώρα να δηλώσω ξανά παρούσα και έτοιμη για… πρωτάθλημα. Μη νομίζετε πως συναισθηματικά άλλαξε κάτι (φυσικά και θέλω να είμαι κάθε στιγμή δίπλα στα παιδιά μου), απλά οι συνθήκες ήταν από ευνοϊκές έως (τηρουμένων των αναλογιών) ιδανικές ώστε να μπορέσω να τα συνδυάσω . Από την μία η σημαντική -και απόλυτα ισοδύναμη με την δική μου- συνδρομή του Πατέρα στις καθημερινές ανάγκες των παιδιών και από την άλλη το ωράριο της δουλειάς μου, μου επιτρέπουν και να εργάζομαι και να είμαι από τις 12:30 το μεσημέρι στην διάθεση των μικρών (το ότι καθημερινά ξυπνάω στις 04:47 είναι μια λεπτομέρεια που δεν θα αφήσω να χαλάσει την ιστορία μου).
Θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα τυχερό που δεν χρειάζεται να δουλεύω έως τις 6-7-8 και 9 -όπως κάποιες μαμάδες- το βράδυ. Παρότι μπήκα κι εγώ στο κλαμπ των μαμάδων που υποστηρίζουν πως –μακροπρόθεσμα- η παρουσία μας στον εργασιακό χώρο μας κάνει καλό, αν χρειαζόταν να διαλέξω ανάμεσα σε μία καλοπληρωμένη -μεν αλλά με απαιτήσεις πολύωρης απουσίας μου από το σπίτι δε- καριέρα και το μεγάλωμα των παιδιών, δεν θα υπήρχε δεύτερη σκέψη στην απόφασή μου.
Γι’ αυτό και την επόμενη φορά που θα συναντήσετε μια μαμά η οποία δουλεύει πολύ, μην την ρωτήσετε: «Μα καλά, δεν στεναχωριέσαι που δεν βλέπεις τα παιδιά σου;». Ό,τι και να σας απαντήσει, θα την έχετε φέρει σε δύσκολη θέση. Γιατί στην πραγματικότητα θα έχει προσπαθήσει απίστευτα να μην σας βρίσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου